Σελιδοδείκτης
Μετά τη Βοσνία, είχα δώσει όρκο πως δεν θα ξαναζούσα άλλον πόλεμο που να με κατάπινε έτσι. Ορκίστηκα πως δε θα ένιωθα ποτέ ξανά τη φριχτή αναγούλα της ενοχής ― εκείνο το αίσθημα ότι δεν κάναμε τίποτα. Αναρωτήθηκα μερικές φορές πώς θα ήταν η ζωή μου αν όταν ακόμα ήμουν πολύ νέα, τόσο νέα που ντρεπόμουν να πω την ηλικία μου, δεν είχα πατήσει το πόδι μου σε εμπόλεμη ζώνη.
Πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή μου αν δεν είχα δει ποτέ μαζικό τάφο ή φορτηγό γεμάτο κορμιά, όλα νεκρά, στοιβαγμένα το ένα πάνω στ’ άλλο, με το δέρμα τους να περνάει από τη μαλακότητα του ζωντανού στη σκληράδα του πεθαμένου. Αν δεν είχα δει πώς είναι ένα κελί βασανιστηρίων, με τον φυλακισμένο να εκφράζει την τελευταία του επιθυμία και να ξεστομίζει λόγια αγάπης στην οικογένειά του.
Αλλά τα πράγματα δεν έγιναν έτσι. Ίσως, όπως έχει γράψει ο Τσαρλς Τίλι, ο πολιτικός επιστήμονας του οποίου τα γραπτά μελέτησα με πάθος όταν ήμουν φοιτήτρια, οι άνθρωποι είναι αναπόδραστα συνδεδεμένοι με τον πόλεμο ως τρόπο δημιουργίας κρατών. Οι πόλεμοι δημιουργούν κράτη ― ή μήπως συμβαίνει το αντίθετο; Μήπως τα κράτη δημιουργούν πολέμους;
Δεν ήμουν ποτέ καλή στη θεωρία. Αλλά είμαι καλή στο μέτρημα. Και προσπαθώ να θυμάμαι όλους εκείνους που έζησαν, που περπάτησαν σε τούτη εδώ τη γη, αλλά χάθηκαν μέσα στη δίνη της βίας που κατέστρεψε τις χώρες τους.
Καθώς γράφω αυτό το βιβλίο, ο πόλεμος στη Συρία συνεχίζεται. Οι νεκροί ανέρχονται στις 400.000 περίπου. Το «Βιβλίο των νεκρών» ακόμα γράφεται.